A - 2 jacket
Δερμάτινο μπουφάν με πλεκτό, ελαστικό ο τελείωμα στη μέση και στους καρπούς, εξωτερικές τσέπες και επωμίδες, που παρεπέμπει στην στολή της αεροπορίας και είναι γνωστό και ως bomber jacket ή flight jacket.
A γραμμή
βλ. εβαζέ
activewear
Ρούχα σχεδιασμένα για άθληση και δραστηριότητες στη φύση που συχνά υιοθετούνται ως κομμάτια του καθημερινού, casual ντυσίματος.
afghan
Χειροποίητο πλεκτό μάλλινο νήμα (συνήθως κουβέρτα ή σάλι) με παραδοσιακά μοτίβα από το Αφγανιστάν.
afghan jacket
Μπουφάν από προβειά, δερμάτινο απ' έξω, μάλλινο από μέσα με τελείωμα από το μαλλί (της προβειάς) που μένει άκοφτο.
all weather
Παντός καιρού. Αναφέρεται σε ενδύματα που ενδείκνυνται για κάθε καιρική περίσταση.
american shoulders
Όρος που χρησιμοποιείται -όπως και το shoulder pads- για να περιγράψει τις βάτες.
anadem
Στεφανάκι για τα μαλλιά από λουλούδια που συναντάται κυρίως στην ιμπρεσιονιστική περίοδο.
animal print
Μοτίβο υφάσματος εμπνευσμένο και βασισμένο στο δέρμα ζώων όπως η λεοπάρδαλη, η τίγρη, η ζέβρα, το τσιτάχ, η καμηλοπάρδαλη, η αγελάδα και το φίδι. Παίρνει το όνομά του από το ζώο που αντιγράφει στο τύπωμά του και αποκαλείται λεοπάρ, τιγρέ κοκ.
ankle boot
Είδος μπότας που τελειώνει ακριβώς πάνω στον αστράγαλο. Γνωστή και ως half boot ή demi boot.
aumoniere
Η τσάντα-πουγκί.
aviator
Γυαλιά (ηλίου) σαν αυτά που φορούσαν οι πιλότοι της Αμερικάνικης αεροπορίας, με λεπτό συρμάτινο σκελετό. Στην αγορά τα εισήγαγε η εταιρία Ray-Ban το 1936.
backpack
Το σακίδιο πλάτης. Στη βρετανική αργκό rucksack.
baggy pants
Είδος παντελονιού με κανονική εφαρμογή στη μέση και πολύ φαρδιά μπατζάκια.
baju
Πουκαμίσα ασιατικής αισθητικής.
balloon skirt
Φούστα με στενή μέση που φαρδαίνει σαν μπαλόνι στην περιφέρεια και στενεύει ξανά στο τελείωμά της.
bandage
Είδος εφαρμοστού ρούχου που τυλίγεται γύρω από το σώμα, κομμένο σε λωρίδες, σαν επίδεσμος (bangage). Δημιουργία του Hervé Léger.
barrel bag
Κυλινδρική τσάντα που θυμίζει βαρελάκι (μτφρ. barrel).
baseball jacket
Βλ. varsity jacket.
bateau
Λαιμόκοψη/ντεκολτέ που πέφτει χαμηλά αφήνοντας ακάλυπτους τους ώμους. Γνωστό και ως χαμόγελο.
bathrobe
Μπουρνούζι.
beachwear
Ενδύματα που ενδείκνυνται για την παραλία και στεγνώνουν εύκολα.
bell pants
Παντελόνια καμπάνες, γνωστα και ως flares.
belt bag
Τσαντάκι μέσης, γνωστό και ως "μπανάνα".
bias cut
Ύφασμα κομμένο σε γωνία 45 μοιρών ώστε να ντραπάρει δημιουργώντας πτυχώσεις και να εφαρμόζει στο σώμα κολακεύοντάς το. Το δημιούργησε η Madeleine Vionnet στις αρχές του περασμένου αιώνα.
bib
Κολιέ συμπαγές που στέκεται πάνω στο στέρνο θυμίζοντας σαλιάρα μωρού.
biker shorts
Λίκρα σόρτς για ποδηλάτες.
birkin bag
Εξέλιξη του εξίσου κλασικού μοντέλου τσάντας kelly bag του οίκου Hermes, με πιο εύχρηστο κούμπωμα, εμπνευσμένη από τη Βρετανίδα τραγουδίστρια και ηθοποιό Jane Birkin από την οποία πήρε και το όνομά της το 1984.
black tie
Ανδρικό ένδυμα το οποίο αποτελείται από μαύρο κοστούμι -με παντελόνι με μεταξωτή τρέσα- και λευκό πουκάμισο, γιλέκο ή ζωνάρι και μαύρα δερμάτινα παπούτσια. Στην απόλυτη επισημότητά του συνοδεύεται από παπιγιόν. Ο όρος ρησιμοποιείται, επίσης, για να περιγράψει το είδος ενδυμασίας που επιβάλλει κάποια εκδήλωση.
bodice
βλ. κορσές
boho
Στιλ ντυσίματος που παραπέμπει στα 70's και στους χίπις αναμεμιγμένο με φολκλόρ πινελιές της κεντρικής Ευρώπης.
boot cut
Παντελόνι με ελαφρύ άνοιγμα στο μπατζάκι ώστε να μπορεί να φορεθεί άνετα με μπότα από μέσα.
boubou
Παραδοσιακό αφρικανικό ένδυμα που απαρτίζεται φαρδύ παντελόνι που στενεύει στον αστράγαλο και μία υπερβολικά φαρδιά μπλούζα ή πουκάμισο από το ίδιο ύφασμα ή print. Η ενδυμασία ολοκληρώνεται με ανοιχτό, φαρδύ πανωφόρι.
brogues
Δερμάτινο, βαρύ, δετό παπούτσι, τρυπητό διακοσμητική μοτίβο και στρογγυλεμένη μύτη, που παραπέμπει στο αγγλικό στυλ.
camo/camouflage
Το μοτίβο που θυμίζει στολή παραλλαγής του στρατού.
cane
Μπαστούνι. Συχνά αναφέρεται ως walking stick.
cannage
Καπιτονέ μοτίβο του οίκου Dior.
cardigan
Πλεκτή ζακέτα.
cargo
Ρούχο -παντελόνι κυρίως- σε στιλ ενδύματος εργασίας, με εξωτερικές τσέπες.
casual
Άνετη, απλή, ανεπίσημη εμφάνιση.
cat suit
Θεόστενο, ολόσωμο κορμάκι που καλύπτει κάθε σπιθαμή του σώματος κατασκευασμένο από ελαστικά υλικά όπως vinyl, latex ή και δέρμα.
cheongsam
Κινέζικο (δυτικότροπο) φόρεμα. Εφαρμοστό, χωρίς κουμπιά, με σκισίματα στο πλάι και κολάρο που ανεβαίνει στο λαιμό.
chinos
Παντελόνι από ανθεκτικό βαμβάκι ή προσμίξεις βαμβακιού, που παραδοσιακά ήταν ρούχο εργασίας.
choker
Αξεσουάρ που εφαρμόζει στο λαιμό και κατασκευάζεται από ύφασμα ή δέρμα ή μέταλλο ή πολύτιμες πέτρες.
chunky
Ογκώδες αξεσουάρ ή στοιχείο (π.χ. τακούνι, κουμπί).
cigarette
Παντελόνι σε στενή γραμμή, σαν τσιγάρο, λίγο πιο φαρδύ από skinny.
cloche
Καπέλο στο σχήμα της καμπάνας με στρογγυλή κορυφή και γείσο που πέφτει γύρω από το πρόσωπο.
clog
Παπούτσι (σαν σαμπό) με χοντρή σόλα από ξύλο, φελό ή λάστιχο και άκαμπτο πάνω μέρος συνήθως από δέρμα.
clubmaster
Κλασικό μοντέλο γυαλιών ηλίου που δημιουργήθηκε αρχικά από την εταιρία Ray_Ban. Έχει ταρταρούγα στο πάνω μέρος και μέταλλο κάτω και γύρω από το τζάμι.
clutch
Τσάντα σαν φάκελος μικρού ή μεσαίου μεγέθους, χωρίς λουρί που κρατιέται στη μασχάλη ή στην παλάμη
coat dress
Φόρεμα που θυμίζει στο κόψιμο παλτό (coat) και κλείνει με κουμπιά.
cocktail dress
Συγκεκριμένο στυλ γυναικείου φορέματος κατάλληλο για ημιεπίσημες και επίσημες εμφανίσεις. Παραδοσιακά φτάνει μέχρι το γόνατο και είναι κατασκευασμένο από φίνα υφάσματα.
coin pocket
Η μικρή τσέπη του παντελονιού μέσα στην κανονική τσέπη, που τοποθετείται πάντα στο δεξί γοφό και συνήθως χρησιμοποιείται για νομίσματα (coins).
color blocking
Συνδυασμός έντονων χρωμάτων που δημιουργούν αντιθέσεις, στο ίδιο ρούχο ή σε ένα σύνολο.
cowl
Ντραπέ άνοιγμα, με πτυχώσεις, στο ντεκολτέ ή στην πλάτη.
cropped
Κοντοκομμένο ρούχο.
crotch
Ο καβάλος. Συχνά συναντάται και ως crutch.
cuff links
Μανικετόκουμπα.
cummerbund
Βλ.ζωνάρι.
custom made/customized
Ρούχο φτιαγμένο κατά παραγγελία ή προσαρμοσμένο επίσης στα γούστα εκείνου που τα το αγοράσει ζητώντας μεταποιήσεις.
d'orsay
Γόβα ανοιχτή στα πλάγια που αφήνει ακάλυπτη την καμάρα του πέλματος.
denier
Μονάδα μέτρησης με την οποία υπολογίζεται η πυκνότητα πλέξης του νήματος. Χρησιμοποιείται κυρίως για την περιγραφή των καλσόν.
denim
Ανθεκτικό βαμβακερό ύφασμα.
desert boots
Ελαφριές σουέντ συνήθως ή και δερμάτινες καμιά φορά μπότες μέχρι τον αστράγαλο (ή λίγο πιο πάνω), που δένουν με κορδόνια και συνήθως έχουν λαστιχένια σόλα.
drop shoulder
Μπλούζα με υπερβολικά ανοιχτή και χαλαρή λαιμόκοψη που κατ' επιλογήν τραβιέται κάτω από τον ώμο αφήνοντάς τον ακάλυπτο.
drop weist
Χαμηλόμεσο ρούχο.
ear muffs
Αυτάκια για το κρύο. Ουσιαστικά δύο κομμάτια από ζεστό ύφασμα που τοποθετούνται στις άκρες μιας στέκας.
embroidery
Κέντημα, κεντητό.
ensemble
Τα διάφορα κομμάτια που σχηματίζουν ολόκληρη την εμφάνιση.
fake
Όχι αυθεντικό κομμάτι αλλά αντιγραφή. Γνωστό και ως μαϊμού.
finnsko boot
Μπότα κατασκευασμένη από δέρμα και τρίχες ταράνδου που φοριέται στη βόρεια Σκανδιναβία.
fishnet
Το δίχτυ. Σε ρούχο ή καλσόν.
flapper dress
Χαμηλόμεσο φόρεμα στο στιλ της δεκαετίας του 20.
flat pocket
Επίπεδη τσέπη, συνήθως με καπάκι.
flats
Παπούτσια με επίπεδη σόλα.
flip flop
Σαγιονάρα.
fly
Φερμουάρ.
folk
Στιλ που παραπέμπει σε παραδοσιακές ενδυμασίες.
full skirt
Φαρδιά, μπόλικη κλος φούστα, στο στιλ των 50's.
garisson cap
Δίκοχο καπέλο (αεροπορίας).
gauchos
Παντελόνι φαρδύ, γνωστό και ως ζιπ-κιλότ, που μοιάζει με φούστα και έχει πάρει το όνομά του από τους gauchos, τους γελαδάρηδες της Αργεντινής που το φορούσαν παραδοσιακά.
gingham
Μεσαίου βάρους πλεκτό ύφασμα που στην ύφανσή του σχηματίζει δίχρωμο ριγέ ή καρό. Ονομάζεται έτσι από τη λέξη ging -gang της Μαλαισιανής γλώσσας που σημαίνει ριγέ.
girlie
Το κοριτσίστικο στιλ.
goth/gothic
Στιλ εμπνευσμένο από τη ρομαντική και σκοτεινή λογοτεχνία φαντασίας π.χ. Φρανκενστάιν.
hairband
Στέκα ή κορδέλα για τα μαλλιά.
halter neck
Μπλούζα ή φόρεμα αμάνικα που δένουν πίσω από το λαιμό αφήνοντας την πλάτη ακάλυπτη.
haute couture
Υψηλή ραπτική.
hobble skirt
Φούστα ντραπέ, πιο μπόλικη στους γοφούς που φτάνει έως τον αστράγαλο στενεύοντας προς τα κάτω σε σχήμα που μοιάζει με ρόμβο.
hobo
Τσάντα σε σχήμα μισοφέγγαρου που κρεμιέται με λουρί από τον ώμο.
hood
Κουκούλα.
hot pants
Πολύ κοντό και στενό γυναικείο σορτσάκι που αφήνει ελαφρώς ακάλυπτο τον πισινό.
jump suit
Ολόσωμη φόρμα. Αναφέρεται και ως overalls.
jumper
Πουλόβερ.
kangaroo pocket
Τσέπη μάρσιπος, στο μπροστινό μέρος της μπλούζας.
kelly bag
Κλασική τσάντα του οίκου Hermes που πήρε το όνομά της από την Grace Kelly, το 1956 παρότι είχε κυκλοφορήσει πολλά χρόνια νωρίτερα.
kitten heels
Τα χαμηλά τακουνάκια 2,5-4 εκατοστών.
lady Dior
Πολύ κλασικό μοντέλο τετράγωνης καπιτονέ τσάντας με λουρί-λαβή του οίκου Dior που πήρε το όνομά της από την λαίδη Νταϊάνα.
lambswool
Μαλακό και ελαστικό μαλλί από τρίχωμα νεαρών προβάτων. Φοριέται και κατάσαρκα.
layers/layering
Το ντύσιμο που σχηματίζεται από αλλεπάλληλες «στρώσεις» (layers) ρούχων.
leggings
Κολάν.
lingerie
Εσώρουχα.
little black dress/LBD
Το μικρό μαύρο φόρεμα της Coco Chanel που το σχεδίασε τη δεκαετία του 20 πρώτη φορά, σε διάφορες παραλλαγές.
loafer
Μοκασίνι με χοντρή σόλα.
logo
Το λογότυπο, το σήμα ουσιαστικά του οίκου/σχεδιαστή.
lookbook
Η μπροσούρα της συλλογής ενός δημιουργού. Συγκεντρώνει ρούχα, υφάσματα και χρώματα της κολεξιόν.
lumber jacket
Χοντρό, καρό μάλλινο μπουφάν που φορούσαν οι αμερικάνοι ξυλοκόποι.
man bag
Η ανδρική τσάντα ώμου ή χειρός τύπου χαρτοφύλακας που κατασκευάζεται συνήθως από δέρμα ή ύφασμα.
mary janes
Γυναικείο παπούτσι με λουράκι (μπαρέτα) που δενει, κυρίως στο κουντεπιέ.
merino
Η καλύτερη ποιότητα μαλλιού που προέρχεται από το πρόβατο merino της Ισπανίας, της Νέας Ζηλανδίας και της Αυστραλίας.
mermaid dress
Φόρεμα εφαρμοστό στον κορμό και στους γοφούς που ανοίγει προς τα κάτω από το γόνατο ή τη μέση της γάμπας σαν την ουρά της γοργόνας (μτφρ. mermaid).
micro
Σούπερ μίνι.
minaudiere
Βραδινό τετράγωνο τσαντάκι, σαν κουτί.
mod
Το είδος ντυσίματος που ξεκίνησε στο Λονδίνο στα 60's με φούστες μίνι, σε γραμμή Α στο στιλ της Mary Quant, αφέλειες στα (ίσια) μαλλιά των γυναικών, make up με eye liner κτλ.
mule
Παπούτσι κλειστό μπροστά, ανοιχτό στη φτέρνα συνήθως με τακούνι είτε ψηλό είτε χαμηλό.
neckline
Λαιμόκοψη.
new look
Το στιλ που λάνσαρε ο Christian Dior το 1947 με στενό σακάκι και φαρδιά φούστα και ήταν ιδιαίτερα δημοφιλές τη δεκαετία του 50.
nude
Τα ρούχα σε αποχρώσεις της επιδερμίδας που θυμίζουν γυμνό (nude).
obi ζώνη
Η φαρδιά ζώνη στη στολή της γκέισας.
off shoulder
Φόρεμα ή μπλούζα που αφήνει τον έναν ώμο ακάλυπτο.
off the rack
Κυριολεκτικά σημαίνει κατευθείαν από το ράφι και ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα pret a porter ρούχα.
old school
Όρος που περιγράφει το παλιομοδίτικο, κάπως ρετρό και vintage look και αναφέρεται κυρίως σε ρούχα και αντικείμενα που παραπέμπουν στα σχολικά χρόνια όπως αθλητικά παπούτσια κτλ.
oriental
Το ανατολίτικο στιλ.
origami
Περίτεχνος τρόπος διπλώματος χαρτιού με ιαπωνική προέλευση. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον εξίσου περίπλοκο τρόπο διπλώματος του υφάσματος σε κάποια ρούχα.
oversize(d)
Ρούχα και αξεσουάρ σχεδιασμένα σε υπερμεγέθεις κλίμακες σκοπίμως.
oxfords
Εκλεπτυσμένο παπούτσι με χαμηλό τακούνι, στενό καμπυλωτό μπροστινό μέρος και κορδόνια που μοιάζει με ανδρικό. Συνήθως φτιάχνεται από δέρμα αλλά χρησιμοποιούνται και άλλα υλικά. Αναφέρεται, επίσης, και ως oxford brogues (βλ. brogues).
peek-a-boo
Τσάντα του οίκου Fendi που μοιάζει σαν να κρύβεται ένα μικρότερο τσαντάκι μέσα της.
peep toe
Γυναικείο παπούτσι που αποκαλύπτει ένα -δυο δάχτυλα με άνοιγμα στο μπροστινό μέρος του.
pencil skirt
Εφαρμοστή φούστα μέχρι το γόνατο που κλείνει με φερμουάρ στο πλάι ή πίσω.
peter pan κολάρο
Μικρός, επίπεδος γιακάς με στρογγυλεμένες μύτες.
pillbox hat
Μικρό καπέλο χωρίς γείσο.
pinstripe
Η ρίγα.
playsuit
Ολόσωμη φόρμα με κοντό -shorts- παντελονάκι.
plimsoll
Ελαφρύ εύκαμπτο υφασμάτινο παπούτσι με λαστιχένια σόλα, η απλούστερη έκδοση του αθλητικού παπουτσιού. Στην Ελλάδα παλιότερα τα αποκαλούσαν ελβιέλες, όνομα το οποίο είχε προκύψει από την εταιρία ΕΛ.ΒΙ.ΕΛΑ -Ελληνική Βιομηχανία Ελαστικών- που κατασκεύαζε τα δημοφιλή αυτά παπούτσια τη δεκαετία του 40.
polka dots
Οι βούλες του πουά.
pork pie hat
Κυκλικό επίπεδο στην κορυφή του καπέλο από ψάθα με στενό περιμετρικό γείσο.
preppy
Το στιλ ντυσίματος των αγγλοσαξόνων φοιτητών αμερικάνικων πανεπιστημίων δηλαδή cardigans, μπλέιζερς κτλ.
pret a porter
Ρούχα μαζικής παραγωγής, κατασκευασμένα σε συγκεκριμένα μεγέθη.
puffy
Φουσκωτό.
ra-ra
Η (πολύ) κοντή φούστα μαζορέτας, με πιέτες ή κλος, πολύ δημοφιλής στα 80's.
ready to wear
Βλ. pret a porter.
sneakers
Αθλητικά παπούτσια, γνωστά στην Ελλάδα και ως σπορτέξ εξ αιτίας της ομώνυμης εταιρίας αθλητικών παπουτσιών, μιας από τις πρώτες που τα εισήγαγε μαζικά.
snood
Το φιλέ (δίχτυ) για τα μαλλιά. Και αντιστοίχως τα αξεσουάρ για το κεφάλι που είναι παρόμοια με φιλέ, δηλαδή το αγκαλιάζουν όχι σαν καπέλο αλλά σαν σκουφάκι με πιο χαλαρή πλέξη ή δίχτυ.
soleil
Πλισέ φούστα στο κόψιμο της κλος (στρογγυλό πατρόν) αλλά με πολύ λεπτές πιέτες.
space
Το φουτουριστικό στιλ των 60's. Χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι ο Paco Rabbane και ο André Courrège και τα ρούχα σε ταινίες όπως Barbarella, Οδύσσεια 2000 κτλ.
spaghetti straps
Πολύ λεπτές τιράντες.
spectator pumps
Γόβες με διάτρητα διακοσμητικά στοιχεία που θυμίζουν brogues
recessionista
Recession σημαίνει ύφεση και ο όρος προκύπτει από το συνδυασμό των λέξεων recession + fashionista χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις γυναίκες που επιδιώκουν να παραμείνουν στιλάτες διατηρώντας το budget τους χαμηλό εν μέσω οικονομικής κρίσης.
resort chic
Κομψό στιλ για παραθεριστές.
resort collection
Η συλλογή που παρουσιάζεται ενδιάμεσα από την χειμωνιάτικη και την ανοιξιάτικη κολεξιόν και αποτελεί πρόταση για εκείνες που θα περάσουν τις χειμερινές διακοπές τους σε κάποιο θερινό θέρετρο (μτφρ. resort).
ribbon
Η κορδέλα.
rockabilly
Στιλ που έκανε την εμφάνισή του τη δεκαετία του 50 και γίνεται άμεσα κατανοητό ρίχνοντας μια ματιά στα ρούχα της ταινίας Grease αλλά και στις εμφανίσεις του Elvis Presley εκείνης της περιόδου.
satchel
Η (σχολική) σάκα - τσάντα.
sheggings
Γυαλιστερά κολάν. Από τις λέξεις sheer (μτφρ. γυαλιστερός) και leggings (κολάν).
Sherlock Holmes καπέλο
Τύπος κυνηγετικού καπέλου, που δένει στο λαιμό με γείσο μπροστά και λίγο μικρότερο πίσω.
shift dress
Αμάνικο φόρεμα σε χαλαρή γραμμή που δεν τονίζει τη μέση και δεν εφαρμόζει στο σώμα. Ιδιαίτερα δημοφιλές και κλασικό στα 60's.
shirt dress
βλ. σεμιζιέ
skinny παντελόνι
βλ. παντελόνι σωλήνας.
sling back
Παπούτσι με λουράκι πάνω από τη φτέρνα στο οποίο γλιστρά το πόδι μέσα για να φορεθεί.
slit skirt
Στενή φούστα με σκίσιμο που αφήνει ακάλυπτο το πόδι.
slow fashion
Η λογική του να αγοράζεις ρούχα ή αξεσουάρ διαχρονικά που δε θα φαντάζουν ξεπερασμένα τον επόμενο χρόνο.
strappy
Ρούχο, αντικείμενο ή αξεσουάρ με πολλά λουριά.
streetwear
Όρος που χρησιμοποιήθηκε τη δεκαετία του 80 για να περιγράψει casual εμφανίσεις που σχετίζονται με τη hip hop, τη skate και τη reggae κουλτούρα. Αναφέρεται σε ρούχα όπως τζιν, καπέλα, μπλούζες με κουκούλα κτλ.
stud
Βλ. τρουκ.
sundress
Καλοκαιρινό ελαφρύ casual φόρεμα με άνετη εφαρμογή.
sur mesure
Κυριολεκτικά σημαίνει: στα μέτρα σου. Βλ. custom made/customized.
sustainable fashion
Eco fashion.
sweater dress
φόρεμα-πουλόβερ.
sweetheart neckline
Η λαιμόκοψη που θυμίζει το πάνω μέρος ζωγραφιστής καρδιάς.
t-bar
Παπούτσια μπαρέτες με δύο λουράκια εκ των οποίων το ένα δένει στον αστράγαλο και το άλλο πέφτει κάθετα στο κουντεπιέ σχηματίζοντας επί της ουσίας ένα T.
t-shirt
Ελαφρύ μπλουζάκι χωρίς γιακά/κολάρο που φτάνει μέχρι τη μέση, συνήθως με κοντά μανίκια. Λέγεται έτσι γιατί έχει σχήμα Τ το πατρόν του.
tabi
Χοντρή κάλτσα που χωρίζει το μεγάλο δάχτυλο από τα υπόλοιπα.
tailored
Βλ. sur mesure, custom made/customized.
tam-o'-shanter
Μάλλινος σκωτσέζικος μπερές με πομ πομ στην κορυφή.
tank top
Το αμάνικο φανελάκι.
textile
Συνώνυμο: fabric, σημαίνει ύφασμα.
thigh-high boots
Μπότες που φτάνουν έως τη μέση του μηρού.
tie dye
Τεχνική με την οποία ξεβάφεται το ύφασμα κατά τόπους στρίβοντας το ύφασμα και τοποθετώντας το σε χλωρίνη.
tip
Πρακτική συμβουλή.
total look
Το ολοκληρωμένο στιλ είτε πρόκειται για ένα χρώμα, είτε για μια τάση.
tote bag
Ορθογώνια τσάντα με δύο χερούλια -που συνήθως δεν κουμπώνει.